Ω!! Άνθρωπε

Ήταν ο χρόνος άπειρος που πάσχιζα, να θάψω μέσα μου βαθιά, ότι,  μπορούσε να σας βλάψει.

Μ’ έφορο, το κορμί μου σκέπασα, χώμα. Από τις φλέβες μου νερό, αγνό, κι’ αέρας!

Ζωή! Φύσηξα  μετά, απ’ άκρη σ’ άκρη. Φύτρωσα δάση, δένδρα, βότανα, φυτά, τροφή να δώσουν, κανείς να μην πεινάσει.

Κάλυψα, την ανάγκη σας την άλλη, για ομορφιά, ψυχή και πνεύμα να χορτάσει κι αντί, γιορτή να κάνετε, σ’ αυτό που είστε, Φύση!

Αλίμονο!

Θυσιαστήρια, πυρές, βωμοί, το μέγεθός σας  μόνο. Κάψατε ότι σκάψατε, καίτε ότι ανάβει

τα δάση μου ρημάζετε το χώμα μου τρυπάτε, αέρα ,νερό, μολύνετε,

τα ζώα μου πονάτε της απληστίας οπαδοί, του κέρδους σκλάβοι.

Φλόγα που μεταλλάξατε,  το μέσα σας, καίει τώρα! Καιρό, δεν  έχετε άλλο πια. Ώρα…. κάτι ν’  αλλάξει!

Εγώ τη δύναμη έχω, πληγές  να θεραπεύσω και σίγουρα  χωρίς εσάς, εύκολα θα μπορέσω.

Η Μητέρα σας γη!!!